Την περασμένη Δευτέρα ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Παναγιώτου παρουσίασε στους κοινωνικούς εταίρους ένα πλαίσιο συζήτησης για την ΑΤΑ, ενώ παράλληλα, αφέθηκε να διαρρεύσει η σκέψη της Κυβέρνησης για νομοθετική ρύθμιση της καθολικότητας του θεσμού. Μια πρόθεση, που πολύ εύλογα προκάλεσε την έντονη αντίδραση της εργοδοτικής πλευράς.
Το οξύμωρο είναι πως και μέσα από τις δημόσιες τοποθετήσεις των συντεχνιακών, φάνηκε και αυτοί με την σειρά τους, όχι μόνο να μην ενθουσιάζονται με την έστω και άτυπη γνωστοποίηση μιας τέτοιας προοπτικής, αλλά να μην την πιστεύουν και να την χαρακτηρίζουν επικοινωνιακό πυροτέχνημα, εμφανιζόμενοι δυσαρεστημένοι και στρέφοντας επίσης με την σειρά τους τα πυρά τους κατά της κυβέρνησης και των χειρισμών του αρμόδιου υπουργού.
Με λίγα λόγια, κατάφερε ο υπουργός-γιατί περί κατορθώματος πρόκειται-μέσα από την μεσολαβητική του προσπάθεια, όχι απλώς να μην φέρνει πιο κοντά τα εμπλεκόμενα μέρη, όχι μόνο να μεγαλώνει την μεταξύ τους απόσταση, αλλά και να αφήνει άπαντες δυσαρεστημένους με τις προτάσεις του.
Θα πει κανείς, αυτό δείχνει πως κάνει καλά την δουλειά του και ότι είναι φυσιολογικό στην προσπάθειά του να τετραγωνίσει τον κύκλο, να δημιουργεί εκατέρωθεν αντιδράσεις. Είναι και αυτό μια άποψη.
Το θέμα όμως δεν είναι η επιβεβαίωση της όποιας ενδεχομένως διαπραγματευτικής του δεινότητας ως ίσων αποστάσεων μεσολαβητής, αλλά η ικανότητά του μέσα από μια προσέγγιση στηριζόμενη σε προτάσεις που ρεαλιστικά ομιλούντες θα μπορούσαν να γίνουν και από τις δύο πλευρές αποδεκτές, να επιτύχει τον στόχο της επίτευξης συναινετικής συμφωνίας.
Σε αυτό, χωρίς να προκαταλαμβάνουμε τις απ’ εδώ και πέρα εξελίξεις, εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι μέχρι στιγμής αποτυγχάνει.